Δεκέμβρης ΄44
02 Δεκ 2019

Εκτενή αποσπάσματα από την εισαγωγή του βιβλίου του ιστορικού Φοίβου Οικονομίδη "Ο Δεκέμβρης του ΄44 και η διεθνής σημασία του", εκδόσεις ΚΨΜ, 2017

ΠΡΙΝ ΑΠΟ 75 ΑΚΡΙΒΩΣ ΧΡΟΝΙΑ, η σύγκρουση του Δεκέμβρη του 1944, μεταξύ των Άγγλων και των ελληνικών κυβερνητικών δυνάμεων, από τη μία πλευρά, και δυνάμεων του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, από την άλλη, στην Αθήνα και τον Πειραιά, αποτέλεσε μία από τις σημαντικές στιγμές της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Τον Δεκέμβριο του 1944 η Αθήνα έχει ήδη απελευθερωθεί από την ξενική κατοχή, αλλά ο παγκόσμιος πόλεμος δεν έχει τελειώσει, καθώς συνεχίζεται σε διάφορα σημεία της ευρωπαϊκής ηπείρου. Η αντιχιτλερική συμμαχία εξακολουθεί να υπάρχει, με επικεφαλής τη Μεγάλη Βρετανία, τις ΗΠΑ και τη Σοβιετική Ένωση, όπου στο πλευρό τους συγκαταλέγεται και το ελληνικό αντιστασιακό κίνημα του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Επομένως, η σύγκρουση του Δεκέμβρη έχει έναν ιδιόμορφο χαρακτήρα, καθώς οι αντιμαχόμενοι εθεωρούντο σύμμαχοι εναντίον κοινού εχθρού.

Από εδώ πήγαζε και το δίλημμα της ηγεσίας του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ για τον τρόπο της ένοπλης αντιπαράθεσης με τους Άγγλους. Το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ ένας σύμμαχος της ΕΣΣΔ και των Άγγλων στον παγκόσμιο πόλεμο, δεν πρέπει να δώσει λαβή στη γερμανική προπαγάνδα ότι η αντιχιτλερική συμμαχία είναι πρόσκαιρη και πολύ προσωρινή, έναν ισχυρισμό που η σύγκρουση του Δεκέμβρη φαίνεται να ενισχύει.

Όπως είπε και ο γραμματέας του ΚΚΕ κατά τη διάρκεια της επαναστατικής εξέγερσης του Δεκέμβρη, Γιώργης Σιάντος: «ούτε θέλαμε, ούτε έπρεπε να δώσουμε αφορμή επέμβασης των Άγγλων. Έπειτα, ο ΕΛΑΣ ήταν κάτω από τις διαταγές της Κυβέρνησης και των Άγγλων».[1] Η ένοπλη αντίσταση του ΕΛΑΣ πρέπει να φανεί ότι δεν στρέφεται αρχικά κατά των Άγγλων συμμάχων, αλλά κατά των εσωτερικών αντιπάλων του ΕΑΜ και του ΚΚΕ.

Ο Δεκέμβρης ΄44 και η διεθνής σημασία τουΈτσι ακολουθείται αρχικά η τακτική να μην προσβάλλονται οι Άγγλοι, αλλά εφόσον επεμβαίνουν στο πλευρό των κυβερνητικών δυνάμεων, ο ΕΛΑΣ θα απαντούσε από μια θέση άμυνας στις επιθέσεις των βρετανικών δυνάμεων. Πρόκειται απλά για μια τακτική που στο βάθος καθόλου δεν αμφιβάλλει ότι η σύγκρουση του ΕΛΑΣ με τους Άγγλους είναι αναπόφευκτη καθώς οι κυβερνητικές δυνάμεις είναι ανεπαρκείς για να αντιπαρατεθούν και να νικήσουν τον ΕΛΑΣ. Γι’ αυτό και η σύγκρουση με τους Άγγλους περιορίζεται κατά κύριο λόγο στην Αθήνα και τον Πειραιά.

Η τακτική του ΕΛΑΣ έβρισκε σύμφωνους και τους διεθνείς φίλους του ΚΚΕ που διέβλεπαν ότι η σύγκρουση στην Ελλάδα δεν έπρεπε να πάρει μια ολοκληρωτική μορφή από το ένα άκρο της χώρας στο άλλο, καθώς ο κύριος αντίπαλος παρέμενε ακόμα η χιτλερική Γερμανία στο ευρωπαϊκό θέατρο του πολέμου. Η συγκεκριμένη τακτική του ΕΛΑΣ προσπαθούσε να διασώσει τα συμμαχικά προσχήματα.

Ο Σιάντος εξήγησε τους λόγους της εξέγερσης του Δεκέμβρη όταν η ηγεσία του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ βρέθηκε «μπροστά στο δίλημμα: αντίσταση ή παράδοση χωρίς όρους» των αντάρτικων όπλων. «Η παράδοση χωρίς αντίσταση θα ήταν μια βαριά ήττα. Θα έπρεπε να περάσει πολύς καιρός για να σηκώσουμε ξανά κεφάλι […]. Έπρεπε να αντισταθούμε όχι για να πέσουμε ηρωικά μα για να δώσουμε λύσεις λαϊκές. Γι’ αυτό προτιμήσαμε τη σύγκρουση. Ο Δεκέμβρης ήταν απόλυτα επιβεβλημένος. Η έννοιά του είναι πάλη για την ανεξαρτησία, αντιφασιστική πάλη για τη Δημοκρατία».[2]

Στις 22 Οκτωβρίου 1944 η Αντιφασιστική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης της Αλβανίας –αντίστοιχη της ελληνικής ΠΕΕΑ– αποφάσισε τον μετασχηματισμό της σε κυβέρνηση έχοντας επικεφαλής τον Ενβέρ Χότζα (Enver Hoxha)…

Στις 17 Νοεμβρίου 1944 απελευθερώθηκαν τα Τίρανα και στις 29 Νοεμβρίου ήταν ελεύθερη από την ξενική κατοχή όλη η Αλβανία, με τον Χότζα να παίζει εκεί σημαντικό ρόλο. Στις 20 Οκτωβρίου τα σοβιετικά στρατεύματα, με τη βοήθεια των Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων, απελευθέρωσαν το Βελιγράδι και στις 27 Οκτωβρίου ο Τίτο (J. B. Tito) έφτασε στη γιουγκοσλαβική πρωτεύουσα. Τα πράγματα δεν είχαν ξεκαθαρίσει απόλυτα σε Αλβανία και Γιουγκοσλαβία, όλα όμως έδειχναν ότι η πλάστιγγα έγερνε υπέρ των κομμουνιστών παρτιζάνων.

Οι Βρετανοί με τη σειρά τους πίεζαν τους Γιουγκοσλάβους και Αλβανούς παρτιζάνους για αποβίβαση δικών τους δυνάμεων στο γιουγκοσλαβικό και αλβανικό έδαφος, με το επιχείρημα της διεξαγωγής συνδυασμένων πολεμικών επιχειρήσεων κατά των Γερμανών κατακτητών. Αλλά οι Γιουγκοσλάβοι και οι Αλβανοί παρτιζάνοι ανησυχούν και αντιδρούν γενικά στις βρετανικές προτάσεις, αν και κάνουν και κάποιες παραχωρήσεις.

Στις 12 Οκτωβρίου 1944 απελευθερώθηκε η Αθήνα και έξι ημέρες αργότερα ο Έλληνας πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου και μέλη της κυβέρνησης εθνικής ενότητας αποβιβάστηκαν στον Πειραιά. Η ελληνική κυβέρνηση περιβάλλεται από σχετικά μικρές βρετανικές δυνάμεις, που έχουν φτάσει στην Ελλάδα συνοδευόμενες από τεθωρακισμένα…

Στη διάρκεια του Νοεμβρίου 1944, η ρωσική εφημερίδα Πράβντα και η γιουγκοσλαβική Μπόρμπα τάχθηκαν κατά του γρήγορου αφοπλισμού των αντιστασιακών δυνάμεων στις απελευθερωμένες χώρες, όπου συγκαταλεγόταν κι η Ελλάδα, τον οποίο σχεδίαζαν οι Αγγλοαμερικανοί, όπως στο Βέλγιο, στη Γαλλία και αλλού…

Ο Τσόρτσιλ, ως ένας παλιός τυπικός εκπρόσωπος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, επιδιώκει την εξουδετέρωση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ ώστε να επιβάλει με το δυνατόν λιγότερο κόστος στην Ελλάδα την προπολεμική βρετανική επιρροή, που είχε βρει την τελευταία της έκφραση στο δικτατορικό καθεστώς που εγκαθίδρυσαν ο Γεώργιος Β΄ με τον Ιωάννη Μεταξά.

Βέβαια, στη διάρκεια του Οκτωβρίου, στη Μόσχα είχε γίνει η αγγλορωσική προφορική συμφωνία για τον αντίστοιχο χώρο επιρροής των δύο πλευρών στα Βαλκάνια, που όμως δεν πρέπει να τη δούμε σχηματικά και μηχανιστικά, αλλά να προσπαθήσουμε να τη φωτίσουμε μ’ ένα νέο φως, με βάση τα καινούργια στοιχεία, αλλά και την ωρίμανση της ιστορικής έρευνας από τότε μέχρι σήμερα… Αξίζει να παρατηρήσουμε ότι από τον Δεκέμβριο του 1944 ώς τον Αύγουστο του 1949, αυτή η επιρροή των Άγγλων και στη συνέχεια των Αμερικανών στην Ελλάδα αμφισβητήθηκε έντονα και ένοπλα από τους ιδεολογικούς φίλους της ΕΣΣΔ, παρά τη συμφωνία του Οκτωβρίου του 1944 στη Μόσχα.

Μαζεύονται τα σύννεφα…

Αρκετές ημέρες πριν από τη σύγκρουση, διαφαίνονταν οι μύχιες σκέψεις των δύο πλευρών. Στις 7 Νοεμβρίου ο Τσόρτσιλ υπέδειξε: «Περιμένω οπωσδήποτε μια σύγκρουση με το ΕΑΜ και δεν πρέπει να την αποφύγουμε υπό τον όρο ότι έχουμε διαλέξει προσεκτικά το έδαφος».[3] Όταν στις 4 Δεκεμβρίου 1944 ο Βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα πρότεινε την αντικατάσταση του Γ. Παπανδρέου, ώστε να υπάρξει συνδιαλλαγή με την Αριστερά για να σταματήσει η ελληνική εμφύλια διαμάχη, ο Τσόρτσιλ δεν συμφώνησε σχολιάζοντας: «Είναι φυσικά πολύ επιθυμητό να σταματήσει ο εμφύλιος πόλεμος. Αλλά είναι πολύ πιο σημαντικό να κερδίσουμε μια αποφασιστική νίκη για τον νόμο και την τάξη στην πρωτεύουσα».[4] Στις 8 Δεκεμβρίου ο Βρετανός πρωθυπουργός διεμήνυσε στο στρατηγό Σκόμπι (R. Scobie) ότι ο κύριος βρετανικός στόχος στην Ελλάδα ήταν η ήττα του ΕΑΜ. Η βρετανική επίδειξη δύναμης στην Ελλάδα θα είχε διεθνή σημασία και το βρετανικό πολεμικό συμβούλιο, παρουσία του Τσόρτσιλ, σε συνεδρίασή του στις 29 Δεκεμβρίου παρατήρησε ότι «αν οι υποθέσεις στην Ελλάδα εξελιχθούν όπως ελπίζουμε, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι να σταματήσει ένα τεράστιο κύμα αναρχίας στην Ευρώπη και να αποθαρρύνει παρόμοια ξεσπάσματα (εξεγέρσεις) σε άλλες χώρες».[5]

Αλλά και η άλλη πλευρά, η αντίπαλη των Βρετανών στην Ελλάδα, δεν παραμένει αδρανής. Όπως αναφέρει ένας εκ των ηγετών του ΚΚΕ, ο Γιάννης Ιωαννίδης, το Πολιτικό Γραφείο του Κόμματος περί τα μέσα Νοεμβρίου (μεταξύ 16 και 18 του μήνα) συνεδρίασε στο νοσοκομείο «Αρεταίειο» και εκεί πήρε την απόφαση ότι δεν θα παραδώσει τα όπλα του ΕΛΑΣ στους Άγγλους, και ότι στην ανάγκη θα συγκρουστεί ένοπλα «οπωσδήποτε» μαζί τους. Τότε παρουσιάστηκε στο «Αρεταίειο», όπου νοσηλευόταν ο Ιωαννίδης, και ο Ρώσος απεσταλμένος στην Ελλάδα Γκριγκόρι Ποπόφ (Grigori Popov). Ο Ιωαννίδης ενημέρωσε τον Ποπόφ για την απόφαση της ηγεσίας του ΚΚΕ ν’ αντιπαρατεθεί με τους Άγγλους και ο Ρώσος απεσταλμένος δεν φαίνεται να είχε αντίρρηση.

Όπως ανέφερε στον γράφοντα ο Βάσος Γεωργίου, προσωπικός γραμματέας του Γ. Σιάντου, παραμονές του Δεκέμβρη «ο Ποπόφ γνωρίζει και συστήνει όχι συνθηκολόγηση, αλλά στάση ενεργητική».[6] Όταν πια έχει ξεσπάσει η σύγκρουση, περί τα μέσα Δεκεμβρίου, ο Ντιμίτροφ (Georgi Dimitrov)[7] συνέστησε από τη Μόσχα στον αρχηγό του ΚΚΕ Γ. Σιάντο τη συνέχιση της ένοπλης αντίστασης εναντίον των Άγγλων και το τρίτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου, στη Θεσσαλονίκη, ο άνθρωπος-κλειδί της Σοβιετικής Ένωσης στην Ελλάδα Νικολάι Τσερνισόφ (Nikolai Chernysov) θα κάνει μια παρόμοια υπόδειξη υπέρ της συνέχισης του ένοπλου αγώνα του ΕΛΑΣ, σε ιδιαίτερη προσωπική του συνάντηση με τον Μάρκο Βαφειάδη, κατοπινό αρχηγό του «Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας» (ΔΣΕ). Ο Τσόρτσιλ έχει υποτιμήσει την πραγματική δύναμη του εαμικού κινήματος και στις 11 Δεκεμβρίου, σε μήνυμά του προς την αμερικανική ηγεσία, θα γράψει: «Πρέπει ειλικρινά να ομολογήσω ότι ποτέ δεν φαντάστηκα ότι το ΕΑΜ θα είναι τόσο ισχυρό».[8]

Από την άποψη των ελληνικών εσωτερικών εξελίξεων, η σύγκρουση του Δεκέμβρη του 1944 ήταν αποτέλεσμα μιας λαϊκής εξέγερσης αριστερών προσανατολισμών, που είχε εθνικοαπελευθερωτικά στοιχεία και αμφισβητούσε το πέρασμα της Ελλάδας από τη γερμανική κατοχή στη βρετανική επιρροή. Τότε ακούστηκε και το σύνθημα: «Η Ελλάδα στους Έλληνες». Αλλά η εξέγερση του Δεκέμβρη είχε και πολιτικά-κοινωνικά χαρακτηριστικά καθώς οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ στράφηκαν εναντίον του ελληνικού κρατικού μηχανισμού, κυρίως της Αστυνομίας και Χωροφυλακής και των Ειδικών Δυνάμεων Ασφαλείας, που είχαν στηρίξει τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου και στη συνέχεια πέρασαν στην υπηρεσία των κατοχικών κυβερνήσεων. Εκτός βέβαια εκείνων των αστυνομικών και χωροφυλάκων που είχαν προσχωρήσει στην εαμική αντίσταση, που δεν ήταν και λίγοι. Στην προσπάθεια τους να καταβάλουν το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ οι ελληνικές κυβερνητικές δυνάμεις και οι Άγγλοι χρησιμοποίησαν στη σύγκρουση άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας που είχαν εξοπλιστεί και υπηρετήσει υπό την ηγεσία των Γερμανών στην περίοδο της Κατοχής.

Όσο περνούσαν οι ημέρες και η σύγκρουση του Δεκέμβρη συνεχιζόταν τόσο ανέβαινε η κριτική διάθεση της κοινής γνώμης στη Βρετανία και σ’ άλλες χώρες του κόσμου για την επίσημη βρετανική πολιτική στην Ελλάδα, που έπαιρνε τις διαστάσεις μιας μεγάλης ένοπλης επέμβασης, καθώς σημαντικές βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις αποσπάστηκαν από το ευρωπαϊκό θέατρο του παγκοσμίου πολέμου και έφταναν στην Ελλάδα για ν’ αλλάξουν τον συσχετισμό των δυνάμεων σε βάρος του ΕΛΑΣ.

Για να καμφθεί η αντίσταση του ΕΛΑΣ έπρεπε στην ανάγκη να χρησιμοποιηθεί η αεροπορία και το πυροβολικό εναντίον –λαϊκών ιδιαίτερα– συνοικιών της Αθήνας και του Πειραιά, όπου υπήρχαν σοβαρές εστίες αντίστασης. Στις 9 Δεκεμβρίου, ο στρατηγός Σκόμπι τηλεγράφησε από την Αθήνα στον Τσόρτσιλ ότι οι Βρετανοί κρατούσαν σταθερά «τα ζωτικά σημεία στο κέντρο της Αθήνας», αλλά οι δυνάμεις του ήταν ανεπαρκείς υπό τις παρούσες συνθήκες για να εκκαθαρίσουν την Αθήνα και τον Πειραιά «χωρίς να προσφύγουμε σε βομβαρδισμό από ξηράς και αέρος των πυκνοκατοικημένων περιοχών, ανεξάρτητα από υλικές ζημιές ή θανάτους αμάχων πολιτών».[9]

Έτσι και έγινε. Παρ’ όλα αυτά, οι μάχες κράτησαν 33 ημέρες, αν και η σύγκρουση ήταν άνιση, καθώς οι Άγγλοι χρησιμοποίησαν αεροπορία, τανκς και τα πυροβόλα των πολεμικών τους πλοίων, που ο ΕΛΑΣ δεν διέθετε. Η σύγκρουση του Δεκέμβρη δεν υπήρξε ένα τυχαίο περιστατικό που προκλήθηκε από την ένοπλη επίθεση αστυνομικών εναντίον των διαδηλωτών του ΕΑΜ στην πλατεία Συντάγματος, την Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 1944. Αυτά τα γεγονότα αποτέλεσαν την αφορμή για την εξέγερση. Η ένοπλη σύγκρουση στην Αθήνα και τον Πειραιά ήταν αποτέλεσμα των εσωτερικών ελληνικών εξελίξεων σε συνδυασμό με τον διεθνή παράγοντα και τις διεθνείς εξελίξεις.

Η Μεγάλη Βρετανία στόχευε στον αφοπλισμό και την εξουδετέρωση των αριστερών κινημάτων αντίστασης ώστε να προωθήσει εκ νέου, όσο γινόταν πιο ανεμπόδιστα, την πολιτική της επιρροή στην Ευρώπη. Για την ΕΣΣΔ ο γρήγορος αφοπλισμός των αριστερών αντιστασιακών κινημάτων, που είχαν αναπτυχθεί στη διάρκεια του παγκοσμίου πολέμου, σήμαινε την αποδυνάμωση των συμμάχων της στη Δυτική Ευρώπη, σε μια στιγμή που δεν είχε εξασφαλίσει και εδραιώσει τις δικές της θέσεις στην Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια.

Τον Απρίλιο του 1945 ο Σιάντος, που ηγήθηκε του αγώνα του ΕΛΑΣ κατά τον Δεκέμβρη, αναφέρθηκε στη διεθνή σημασία, που κατά τη γνώμη του είχε εκείνη η σύγκρουση. Στα λόγια του κρύβονταν αλήθειες, αλλά και κάποια δόση υπερβολής: «Η μάχη της Αθήνας έθεσε το μεταπολεμικό πρόβλημα μέσα και έξω από την Ελλάδα, βοήθησε τον αντιφασιστικό αγώνα στα γειτονικά και σ’ όλα τα άλλα κράτη. Έκαμε το κίνημά μας περίφημο σε όλο τον κόσμο του εξωτερικού. Ο Τσόρτσιλ δεν μπορεί να είναι περήφανος για ‘κείνο που πέτυχε στην Ελλάδα... ».[10]

Ο Τίτο χαιρέτησε με θερμά λόγια την ένοπλη εξέγερση του ΕΛΑΣ κατά τον Δεκέμβρη που θεώρησε αγώνα των βαλκανικών λαών ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Η σοβιετική ηγεσία ποτέ δεν επέκρινε στις συναντήσεις της με τους αντιπροσώπους του ΚΚΕ τη σύγκρουση του Δεκέμβρη 1944 που διήρκεσε 33 ημέρες και είχε όλο το χρόνο να υποδείξει, αν δεν συμφωνούσε, τον τερματισμό της αντίστασης. Αντίθετα, ο Στάλιν στην συνάντησή του με τον Νίκο Ζαχαριάδη και τον Μήτσο Παρτσαλίδη, τον Ιανουάριο του 1950, δικαίωσε τη σύγκρουση που κατά τη γνώμη του έπρεπε να συνεχιστεί και έξω από την Αθήνα. Ο λαϊκός κομισάριος επί των Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΣΣΔ Βιάτσεσλαβ Μόλοτοφ στις 31 Δεκεμβρίου 1944 δήλωσε σε Βούλγαρο αντιπρόσωπο ότι «παρ’ όλο που σιωπούμε εμείς υποστηρίζουμε και συμπαθούμε τον αγώνα του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ».

Ο Δεκέμβρης είναι συνέπεια και των διεθνών διεργασιών και εξελίξεων. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι μαχητές του ΕΛΑΣ, τη χρονική στιγμή της σύγκρουσης, είχαν συνείδηση της διεθνούς σημασίας του αγώνα τους. Έβλεπαν την εξέγερσή τους από καθαρά ελληνική σκοπιά. Η ματιά του Αμερικανού πρεσβευτή στην Αθήνα, Λίνκολν Μακβέι (Lincoln MacVeagh), δεν είχε λαθέψει και πολύ, όταν στις 8 Δεκεμβρίου 1944 έγραψε στον Αμερικανό πρόεδρο Ρούζβελτ: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι χιλιάδες του ΕΛΑΣ και του ΕΑΜ είναι ειλικρινά πεπεισμένοι –παραπλανημένοι αν θέλετε, αλλά πεπεισμένοι– ότι μάχονται για την ελευθερία και ανεξαρτησία, όπως οι πρόγονοί τους».[11]

 

Παραπομπές-Υποσημειώσεις

 

[1] «11η Ολομέλεια του ΚΚΕ, Απρίλης 1945» στο ΚΚΕ, Το ΚΚΕ: Επίσημα κείμενα, τόμ. 5, 1940-1945, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1981.

[2] «Σιάντος, 11η Ολομέλεια, 1945» στο ΚΚΕ, Το ΚΚΕ: Επίσημα κείμενα, τόμ. 5, 1940-1945 .

[3] FO 371/43695, R 17961.

[4] FO 371/43736, R 19929/G.

[5] FO 371/ 48244, R 197/4G/19.

[6] Το σύνδρομο του Οδυσσέα, σελ. 37.

[7] Γκέοργκι Ντιμίτροφ (Δημητρόφ): ηγέτης της Κομμουνιστικής Διεθνούς μέχρι τη διάλυσή της και στη συνέχεια υπεύθυνος του τμήματος Διεθνών Σχέσεων του ΚΚΣΕ στη Μόσχα. Στη διάρκεια των Δεκεμβριανών ο Δημητρόφ βρισκόταν στη Σοβιετική Ένωση.

[8] CAB 21/1912.

[9] Φ. Οικονομίδης, Το σύνδρομο του Οδυσσέα, σ. 48.

[10] «Έκθεση Δράσης Γ. Σιάντου, Απρίλης 1945, 11η Ολομέλεια» στο ΚΚΕ, Το ΚΚΕ: Επίσημα κείμενα, τόμ. 5, 1940-1945.

[11] J. Iatrides (επιμ.), Ambαssαdor MαcVeαgh Reports, σ. 661.